- ἐνεπλάκη
- ἐμπλέκωplaitaor ind pass 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ευρώπη — I Μία από τις πέντε ηπείρους. Είναι το μικρότερο τμήμα του κόσμου μετά την Αυστραλία και την Ωκεανία. Από μία άποψη θα μπορούσε να θεωρηθεί το ακραίο δυτικό τμήμα της Ασίας, της οποίας αποτελεί τη φυσική προέκταση. Πράγματι, δεν υπάρχουν φυσικά… … Dictionary of Greek
ιερώνυμος — I (Στριδώνα Δαλματίας 347 – Βηθλεέμ 420 μ.Χ.). Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης και Δυτ. Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, προστάτης των μεταφραστών. Ήταν σύγχρονος του Αυγουστίνου και του Αμβροσίου και φίλος του Γρηγορίου του Ναζιανζηνού και του Γρηγορίου… … Dictionary of Greek
λήναιος — (; – 170; π.Χ.). Αξιωματούχος στην Αυλή των Πτολεμαίων, που καταγόταν από την Κοίλη Συρία. Αυτός και ο ευνούχος Εύλαιος ήταν κηδεμόνες του βασιλιά Πτολεμαίου του Φιλομήτορα. Το 179 π.Χ. ενεπλάκη σε πόλεμο με τον Αντίοχο τον Επιφανή, επιφέροντας… … Dictionary of Greek
ληναίος — (; – 170; π.Χ.). Αξιωματούχος στην Αυλή των Πτολεμαίων, που καταγόταν από την Κοίλη Συρία. Αυτός και ο ευνούχος Εύλαιος ήταν κηδεμόνες του βασιλιά Πτολεμαίου του Φιλομήτορα. Το 179 π.Χ. ενεπλάκη σε πόλεμο με τον Αντίοχο τον Επιφανή, επιφέροντας… … Dictionary of Greek
Βίλα, Πάντσο Φραντσίσκο — (Francisco «Pancho» Villa,Γκράντε ή Σαν Χουάν Ντελ Ρίο, Μεξικό 1877 – Παράλ 1923). Ψευδώνυμο του Μεξικανού πολιτικού και επαναστάτη Δορόθεο Αράνγκο (η ορθότερη προφορά του ονόματός του είναι Βίγια). Δεν υπάρχουν ασφαλείς πληροφορίες για τον… … Dictionary of Greek
Βυζαντινή αυτοκρατορία — I Β.α., ή αλλιώς Μεταγενέστερο Ρωμαϊκό ή Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος, αποκαλείται συμβατικά το ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Πρωτεύουσα του τμήματος αυτού, που μετά την κατάλυση του Δυτικού Ρωμαϊκού κράτους συνέχισε περίπου για έντεκα… … Dictionary of Greek
Δηλιγιάννης, Θεόδωρος — (Λαγκάδια Γορτυνίας 1823 – Αθήνα 1905).Πολιτικός, πρωθυπουργός της ελληνικής κυβέρνησης (1885 86, 1890 92, 1895 97, 1902 και 1905). Καταγόταν από οικογένεια Γορτύνιων αγωνιστών. Διαδραμάτισε πρωτεύοντα ρόλο στην πολιτική σκηνή της χώρας. Η… … Dictionary of Greek
Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… … Dictionary of Greek
Ινδονησία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδονησίας Έκταση: 1.919.440 τ. χλμ. Πληθυσμός: 228.437.870 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Τζακάρτα (8.389.443 κάτ. το 2001)Νησιωτικό κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας. Έχει χερσαία σύνορα (σε διαφορετικά νησιά) με τη… … Dictionary of Greek
Ισραήλ — I Επίσημη ονομασία: Κράτος του Ισραήλ Έκταση: 20.770 τ. χλμ. Πληθυσμός: 6.029.529 (2002) Πρωτεύουσα: Ιερουσαλήμ (622.091 κάτ. το 1997) *Σημ.: Η Ιερουσαλήμ ανακηρύχθηκε μονομερώς από το Ισραήλ πρωτεύουσα το 1982, στη θέση του Τελ Αβίβ, χωρίς όμως… … Dictionary of Greek